8. “From thinking to building” by Carlos Nuno Lacerda Lopes (Draft Books, 2014). - Τίτλος υπό μετάφραση στα ελληνικά: «Από τη σκέψη ως την οικοδόμηση» του Νούνου Λασέρντα Λόπες.
For english, please, scroll down. :)
Α) Η Υπόθεση του βιβλίου:
Το
βιβλίο «Από τη σκέψη ως την οικοδόμηση» γράφτηκε από τον πολυπράγμονα και υπερδραστήριο
Πορτογάλο συγγραφέα και καθηγητή της αρχιτεκτονικής σχολής στο Πανεπιστήμιο του
Πόρτου, στην Πορτογαλία, Νούνου Λασέρντα Λόπες.
Μέσα
στις σελίδες του βιβλίου ο συγγραφέας ξεδιπλώνει τις σκέψεις και τα
συναισθήματά του προς ποικίλες εκφάνσεις της αρχιτεκτονικής δημιουργίας. Παντού
φαίνονται διάχυτες η αγάπη και η συγκίνηση του αρχιτέκτονα για κάθε κλίμακας
σχεδιασμό. Πρόκειται για ένα σχεδιασμό που ασφαλώς δεν αναφέρεται μόνο σε
κτήρια αλλά και σε έπιπλα, σε θεατρικά σκηνικά, σε πόλεις, ακόμη και σε κοσμήματα
ή σε κόμικς.
Διαβάζοντας
το βιβλίο ο αναγνώστης συνειδητοποιεί πόσο αλληλένδετες είναι μεταξύ τους οι
ποικίλες εκφάνσεις της σύγχρονης και ποιοτικής ανθρώπινης δημιουργικότητας.
Έτσι κάποιος που ασχολείται με το θέατρο, μπορεί να βρεθεί συνειδητά ή
ασυνείδητα να εμπλέκεται με την αρχιτεκτονική, με τα μαθηματικά και με πολλά
άλλα πεδία της ανθρώπινης γνώσης. Η αρχιτεκτονική, πάλι, από τη μεριά της,
είναι από τη φύση της συνδεδεμένη με τη μύηση σε ένα μεγάλο πλήθος άλλων
γνωστικών και δημιουργικών πεδίων.
Ιδιαίτερα
έντονα διακρίνεται στο βιβλίο του Πορτογάλου αρχιτέκτονα η αγάπη του για το
θέατρο και τη σκηνογραφία, αντικείμενα με τα οποία έχει ασχοληθεί κατ’
επανάληψη στη διάρκεια της καριέρας του. Για το Λασέρντα, ο στόχος του
σχεδιασμού θεατρικών σκηνικών αναμφίβολα είναι η βέλτιστη μύηση του θεατή στο
πνεύμα του σεναρίου και η πρόκληση συναισθημάτων σε αυτόν. Επίσης, το θέατρο
είναι γι’ αυτόν ένα δρώμενο που συμβαίνει τις στιγμές εκείνες που συνυπάρχουν ο
κατάλληλα σχεδιασμένος θεατρικός χώρος και οι άνθρωποι: ηθοποιοί και θεατές. Παράλληλα
κατά τη διάρκεια του θεατρικού δρώμενου συχνά υπάρχει η παρουσία πολλών καλών
τεχνών ταυτόχρονα: εικαστικών και ποίησης, χορού και μουσικής.
Για
να ισχυροποιήσει την λογική των απόψεών του πάνω στο ζήτημα του θεατρικού χώρου
και της σκηνογραφίας, συχνά ο Πορτογάλος συγγραφέας πραγματοποιεί αναφορές στις
διατυπώσεις άλλων γνωστών διανοούμενων και συγγραφέων πάνω στο συγκεκριμένο
ζήτημα. Για παράδειγμα, αναφέρεται στην άποψη του περίφημου Άγγλου Τζων Ράσκιν,
σύμφωνα με την οποία μια θεατρική παράσταση αποτυγχάνει όταν η σκηνογραφία της αποτελεί μια κατάχρηση ρεαλιστικής μίμησης της
πραγματικότητας, πράγμα που βρίσκεται στον αντίποδα της γνήσιας τέχνης.
Αναφερόμενος
γενικότερα στο ζήτημα του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού και βασιζόμενος στις
εμπειρίες της σχεδιαστικής του πορείας, ο Λασέρντα διατυπώνει ορθότατα ότι ο
σχεδιασμός είναι μία ακατάπαυστη διαδικασία, συνυφασμένη με την καθημερινή ζωή
του αρχιτέκτονα. Μέσα από αυτή τη διαδικασία ο αρχιτέκτονας δεν προσδοκεί ότι
πάντα θα γεννιούνται αριστουργήματα. Σημασία έχει γι’ αυτόν μόνο η ατελείωτη
δημιουργικότητα. Αυτό είναι, εξάλλου, κάτι το οποίο υποστήριζε και ο
δημιουργικότερος εικαστικός καλλιτέχνης του εικοστού αιώνα κι επίσης ιβηρικής
καταγωγής, Πάμπλο Πικάσσο.
Περίπου
στη μέση του βιβλίου του ο Λασέρντα εξομολογείται ότι αγαπώντας όλα τα είδη
σύνθεσης, προτίμησε να ξεκινήσει να εργάζεται ως ελεύθερος επαγγελματίας,
δημιουργώντας ένα μελετητικό γραφείο που ασχολείται με ποικίλα είδη έργων:
Κτήρια, πόλεις, έπιπλα, σκηνικά και πολλά άλλα. Σε αυτό το σημείο επισημαίνει
ότι το ελεύθερο επάγγελμα για έναν αρχιτέκτονα ασφαλώς εμπεριέχει και δυσκολίες
όπως η αργότερου ρυθμού κατάκτηση της γνώσης και της εμπειρίας σε διάφορα
πεδία. Δίνει, όμως, στο δημιουργικό αρχιτέκτονα την ευκαιρία ενδιαφερόντων
πειραματισμών.
Παράλληλα
ο συγγραφέας τονίζει το πόσο σημαντική είναι για την οικονομική ανάπτυξη των
χωρών η επένδυσή τους στην πρωτότυπη δημιουργία και την καινοτομία. Ο
συμβιβασμός με την τυφλή ακολουθία παλαιότερων μοντέλων εργασίας, μόνο στην
αύξηση του προβλήματος της ανεργίας στο απώτερο μέλλον μπορεί να συντελέσει.
Παράλληλα, για την απαιτούμενη σύγχρονη καινοτόμο δημιουργικότητα απαραίτητη
είναι και η συμβολή διαδικτυακών συνεργασιών μεταξύ εμπειρογνωμόνων ποικίλων
κλάδων δραστηριότητας από όλον τον κόσμο.
Έμφαση
δίνει ο συγγραφέας και στη σχέση μεταξύ αρχιτεκτονικής και κοινωνιολογίας. Κατά
την άποψή του, η αρχιτεκτονική δεν πρέπει μόνο να στοχεύει στο να προκαλεί
εντυπώσεις και στο να αναδεικνύει διάνοιες της αρχιτεκτονικής μορφολογίας.
Ασφαλώς δεν αποκλείει κι αυτό από τους στόχους αυτής της τέχνης αλλά θέτει ως
πρώτιστο και πιο επείγοντα σκοπό της τη συμβολή της στην επίλυση κοινωνικών
προβλημάτων. Σε αυτό το σημείο πραγματοποιεί και μια αναφορά σε απόψεις αρχαίων
Ελλήνων φιλοσόφων, γεγονός που φανερώνει την ευρύτερη παιδεία του. Συγκεκριμένα
αναφέρεται στο διπλό στόχο της αρχιτεκτονικής κατά τον Πλάτωνα, που είναι «να
βλέπεται και να δημιουργείται». Παραθέτει, όμως και την άποψη του Σωκράτη, ο
οποίος θεωρούσε πως υπάρχει ένας ακόμη σπουδαιότερος στόχος της αρχιτεκτονικής.
Αυτός είναι το βίωμά της, η εμπειρία του να ζει κανείς μέσα σε αυτή. Άρα ο
πρώτιστος στόχος της πρέπει να είναι η συμβολή στην ευτυχία των ανθρώπων που τη
βιώνουν στην καθημερινότητά τους.
Ανάμεσα
στους αγαπημένους τύπους κτηρίων του Λασέρντα φαίνεται πως είναι κι αυτός των
σχολείων, πράγμα που, κατά τη γνώμη μου, εξηγείται εύκολα από την ολοφάνερη
αγάπη του για τη γνώση και την ευρυμάθεια. Αναφερόμενος, λοιπόν, ακολούθως, σε
συγκεκριμένες μελέτες του ιδιωτικού
γραφείου του αρχιτεκτονικής και καινοτομίας, ο Νούνου Λασέρντα Λόπες επιλέγει
να μιλήσει, πρώτα από όλα, για μια πρωτότυπη έρευνά του για τα σχολικά κτήρια,
που διήρκεσε τρία έτη. Στα πλαίσιά της, η ερευνητική ομάδα του προσέγγισε το
σχολείο σα μια αγορά όπου τα αγαθά που διακινούνται είναι η γνώση και η
επικοινωνία. Ως βασικό κριτήριο για το σχεδιασμό ενός σχολείου η ερευνητική
ομάδα του Λασέρντα έθεσε τον παράγοντα της ψυχολογίας. Επίσης κρίθηκε από τους
μελετητές ότι η μορφή κάθε σχολικού χώρου πρέπει να είναι τέτοια, ώστε να
παρακινεί τους μαθητές για γνώση και πειραματισμό μέσα σε αυτόν. Με σκοπό τη
βέλτιστη δυνατή προσέγγιση του ερευνητικού στόχου της ομάδας, πραγματοποιήθηκαν
επισκέψεις σε πολλά σχολικά κτήρια και συνεντεύξεις με μαθητές. Έτσι, χωρίς να έχει εκείνη την περίοδο κάποιο
συγκεκριμένο πελάτη για την εκπόνηση σχετικής μελέτης, η ομάδα του Πορτογάλου
αρχιτέκτονα ανέπτυξε διάφορα τυπολογικά μοντέλα για σχολικούς χώρους, τα οποία
θα είχε στο εξής στη διάθεσή της για να τα εφαρμόζει άμεσα, μετά από αναγκαίες
προσαρμογές και τροποποιήσεις, στις μελέτες που θα αναλάμβανε μελλοντικά.
Μεγάλη
υποστήριξη δέχτηκε η ερευνητική δουλειά της ομάδας του καθηγητή Λασέρντα από το
δήμο Παρέντες, που αναγνώρισε τις επενδύσεις στον τομέα της εκπαίδευσης ως
σημαντικό παράγοντα της μελλοντικής οικονομικής του ανάπτυξης. Στα πλαίσια της
συνεργασίας του εν λόγω δήμου με την ομάδα του Λασέρντα, δημιουργήθηκε ένα
σύνολο νέων σχολικών κτηρίων.
Σε
αυτό το σημείο του βιβλίου του ο Πορτογάλος αρχιτέκτων βρίσκει την ευκαιρία να
σημειώσει μια σημαντική αλήθεια για την αρχιτεκτονική δημιουργία: Αυτή πάντα
είναι επηρεασμένη από την προσωπικότητα, την ψυχοσύνθεση, τις προτιμήσεις, τις
επιθυμίες, τις αντιλήψεις του αρχιτέκτονα και μέσω αυτής ο τελευταίος συνδιαλέγεται
με το κοινό, αφού η δημιουργία του αποτελεί μια «αυτοβιογραφική αντανάκλασή
του».
Επιπρόσθετα,
ο αρχιτέκτων αναφέρει την πεποίθησή του ότι η αρχιτεκτονική δημιουργία σε κάθε
τόπο πρέπει οπωσδήποτε να σέβεται τη συνέχεια της παράδοσης του και τις παρούσες
κοινωνικο-οικονομικές του συνθήκες αλλά παράλληλα να μην αρνείται και στοιχεία
της διεθνώς εφαρμοζόμενης καινοτομίας.
Στη
συνέχεια ο συγγραφέας δίνει έμφαση στη διαφορά μεταξύ των εννοιών της «χρήσης»
και της «κατοίκισης». Η τελευταία διαφοροποιείται από την πρώτη στο ότι δεν
είναι μια πράξη μηχανική αλλά μια συνειδητή σχέση δέσμευσης και αφοσίωσης. Η
κατοίκηση είναι μια ζωντανή διαδικασία που καθιστά το οίκημα, φορέα αναμνήσεων.
Ακολούθως
ο Πορτογάλος αρχιτέκτων αναφέρεται στο ζήτημα της υλοποίησης ενός κτηρίου. Στη
χώρα του απαιτείται η συνεισφορά 21 διαφορετικών επιστημονικών ειδικοτήτων
προκειμένου να κατασκευαστεί ένα κτήριο. Σύμφωνα με την άποψη του Λασέρντα, ο
αρχιτέκτων πρέπει να έχει το ρόλο του μαέστρου ή αλλιώς του συντονιστή όλων των
ειδικοτήτων κατά τη διαδικασία της κατασκευής μιας οικοδομής και συνεπώς να
κατέχει κάποιες ελάχιστες γνώσεις και από άλλα επιστημονικά και συναφή με τις
κατασκευές πεδία.
Επιπλέον,
ο συγγραφές ξεκαθαρίζει πως ναι μεν μια αρχιτεκτονική μελέτη βασίζεται σε ένα
κτηριολογικό πρόγραμμα, ορισμένο από την πολιτεία ή από τον εργοδότη αλλά δεν
υπάρχει συγκεκριμένη «συνταγή» για κάθε τύπο κτηρίου. Σε κάθε περίπτωση τα
ζητούμενα της κτηριολογικής μελέτης πρέπει να αξιοποιούνται μέσω ενός σχεδίου
που χαρακτηρίζεται από σταθερότητα, προσαρμοστικότητα και ελαστικότητα. Στην
περίπτωση ενός σχολικού κτηρίου η σταθερότητα αφορά στη σταθερή δομή που θα
παρέχει στα παιδιά το συναίσθημα της ασφάλειας. Η προσαρμοστικότητα αφορά στη
δυνατότητα του κτηρίου να εξυπηρετεί κάθε φορά με ποιοτικό τρόπο νέες
εκπαιδευτικές πρακτικές, καινούριους μαθητές, καινούριους εκπαιδευτικούς και
καινούριους γονείς. Ευελιξία σημαίνει πως η αρχιτεκτονική του σχολείου δε θα
έπρεπε να ακολουθεί ξεπερασμένα στερεότυπα ενώ παράλληλα απαιτείται να λαμβάνει
υπ’ όψιν οικονομικούς περιορισμούς αλλά και να εμπεριέχει δημιουργικότητα.
Τέλος, ο αρχιτέκτων αναφέρει ότι τα σχολεία που σχεδιάζει είναι για αυτόν τόποι
κατοίκησης και ανταλλαγής εμπειριών, επομένως και τόποι γνώσης. Είναι το
ιδανικό μέρος δοκιμής τρόπων δημιουργίας δικαιότερων και ευτυχέστερων
κοινωνιών.
Κλείνοντας
την αναφορά μου στο αντικείμενο που
πραγματεύεται το βιβλίο του Πορτογάλου πανεπιστημιακού Κάρλος Νούνου Λασέρντα
Λόπες, θα ήθελα να σημειώσω ότι, αναγιγνώσκοντάς το, ένιωσα πως διαβάζω την
ψυχή του: Μια ψυχή γεμάτη με ομορφιά, απίστευτη ευαισθησία, καλοσύνη, πολλά
ακόμη θετικά ανθρώπινα συναισθήματα και προπάντων με μια τεράστια αγάπη για την
τέχνη που θεραπεύει, την αρχιτεκτονική και μια τεράστια πίστη στο πνεύμα της
συνεργασίας με στόχο την πραγματική πρόοδο των ποικίλων δημιουργικών δραστηριοτήτων και κατά συνέπεια τη
μακροχρόνια ευημερία των λαών που τις πραγματοποιούν.
B) Τα πλεονεκτήματα του βιβλίου:
Το
βιβλίο «Από τη σκέψη ως την οικοδόμηση» είναι ένα βιβλίο που θα άρεσε σε κάθε
αρχιτέκτονα να το διαβάσει. Ο αρχιτέκτων-αναγνώστης σίγουρα θα ταυτιστεί με τα
συναισθήματα του συγγραφέα και θα νιώσει χαρά συνειδητοποιώντας ότι πάνω σε
αυτόν τον πλανήτη μοιράζεται το ίδιο πάθος με έναν τουλάχιστο ακόμη συνάνθρωπό
του και κάνει τις ίδιες σκέψεις με αυτόν. Ίσως κάποιος να συνειδητοποιήσει για
πρώτη φορά και τις υπάρχουσες συγγένειες μεταξύ ανθρώπινων δημιουργικών
δραστηριοτήτων που παρουσιάζει ο συγγραφέας, τις οποίες ως τότε ο ίδιος δεν
είχε συλλογιστεί. Αυτό μάλλον είναι πιθανότερο να συμβεί στους νεότερους
αρχιτέκτονες και στους σπουδαστές της αρχιτεκτονικής, που τώρα βρίσκονται στο
στάδιο της εισαγωγής τους στο μαγικό και δημιουργικό κόσμο της. Αυτό σημαίνει
ότι το βιβλίο του Λασέρντα είναι και διδακτικό/εκπαιδευτικό σύγγραμμα.
Εκτός
από όλα τα παραπάνω, ο αναγνώστης θα νιώσει πως διαβάζει τη ζεστή και
ευσυγκίνητη καρδιά ενός καλόψυχου ανθρώπου – δημιουργού. Γιατί αναμφίβολα η
εντατική, τίμια, ποιοτική ενασχόληση κάποιου με οποιαδήποτε δημιουργική
δραστηριότητα απομακρύνει την ψυχή του από κάθε τι σκοτεινό και τη γεμίζει με
φως και με ομορφιά. Τέτοια είναι η ψυχή του συγκεκριμένου συγγραφέα.
Γ) Τα μειονεκτήματα του βιβλίου:
Το
μοναδικό μειονέκτημα του βιβλίου «Από τη σκέψη ως την οικοδόμηση» είναι ότι
σίγουρα πρόκειται για ένα σύγγραμμα που δεν απευθύνεται στο ευρύ αναγνωστικό
κοινό. Πιθανότατα αυτός που θα επιλέξει να το διαβάσει θα είναι είτε αρχιτέκτων
ή κάποιος ευρυμαθής διανοούμενος που ενδιαφέρεται να μάθει περισσότερα για την
αρχιτεκτονική σκέψη και δημιουργία. Επίσης, αναφερόμενη στο ελληνικό κοινό, θα
ήθελα να επισημάνω ότι το βιβλίο δυστυχώς δεν κυκλοφορεί στην ελληνική γλώσσα.
Εγώ είχα τη μεγάλη χαρά και τύχη να το λάβω ως δώρο από το συγγραφέα του, μαζί
με άλλα υπέροχα δικά του βιβλία και τον ευχαριστώ πολύ μέσα από την καρδιά μου
για τη πολύ συγκινητική χειρονομία φιλίας και συναδελφικότητας. Αρχιτεκτονικά
βιβλία σταλμένα σε εμένα από την άλλη άκρη της Ευρώπης είναι σίγουρα από τα πιο
υπέροχα δώρα που έλαβα ποτέ στη ζωή μου.
Δ) Σκέψεις μετά την ανάγνωση του βιβλίου.
Η
αρχιτεκτονική είναι μια υπέροχη, μια πανέμορφη τέχνη, που συνδέεται με πάρα
πολλές ακόμη ενδιαφέρουσες ανθρώπινες γνώσεις και δραστηριότητες. Ο πραγματικά
καλός αρχιτέκτονας είναι σίγουρα ένας πολυπράγμων άνθρωπος, που πρέπει να
λαμβάνει πολλές παραμέτρους στο μυαλό του προκειμένου να σχεδιάσει κάτι
αξιόλογο. Επιπρόσθετα, η αρχιτεκτονική δραστηριότητα περιλαμβάνει μια τεράστια
ποικιλία κλιμάκων σχεδιασμού, η κάθε μία εκ των οποίων παρουσιάζει τις δικές
της προκλήσεις και το δικό της ενδιαφέρον.
Ο
καλός αρχιτέκτονας είναι αδύνατο να μην αγαπά και να μη σέβεται και τις
υπόλοιπες καλές τέχνες και να αποδέχεται μια αλληλεπίδραση και μια συνεργασία μεταξύ
όλων αυτών. Επίσης στα βάθη της ύπαρξης του καλού αρχιτέκτονα και γενικότερα
του καλού καλλιτέχνη ή του ποιοτικού δημιουργού συνήθως κρύβεται μια ευαίσθητη
κι ευγενική ψυχή που νιώθει έντονα την ομορφιά όλων τα αξιοπρόσεκτων πραγμάτων και δραστηριοτήτων
που την περιβάλλουν, από των πιο μικρών ως των πιο μεγάλων.
“From
thinking to building” by Carlos Nuno Lacerda Lopes (Draft Books, 2014).
A) The subject of the book:
The book "From thinking to building"
was written by the versatile and hyperactive Portuguese author and professor of
architecture at the University of Porto, in Portugal, Nuno Lacerda Lopez.
In the pages of the book the
author unfolds his thoughts and feelings towards various manifestations of
architectural creation. The love and emotion of the architect for every scale’s
design seem pervasive. This is a design that certainly does not refer only to
buildings but also to furniture, theatrical sets, cities, even jewelry or
comics.
Reading the book, the reader
realizes how interconnected the various manifestations of contemporary quality
human creativity are. Thus, someone who deals with theater can be found
consciously or unconsciously involved in architecture, mathematics and many
other fields of human knowledge. Architecture, on the other hand, is by nature
connected with initiation into a large number of other cognitive and creative
fields.
The Portuguese architect's book
is particularly marked by his love of theater and stage design, objects with
which he has repeatedly dealt throughout his career. For Lacerda, the goal of
designing theatrical scenes is undoubtedly to optimally introduce the viewer to
the spirit of the script and to evoke emotions in him. Also, the theater is for
him an event that takes place in those moments when the properly designed
theatrical space and the people coexist: actors and spectators. At the same
time, during the theatrical event, there is often the presence of many fine
arts at the same time: visual arts and poetry, dance and music.
In order to strengthen the logic
of his views on the issue of theatrical space and scenography, the Portuguese
author often makes references to the formulations of other well-known
intellectuals and writers on this issue. For example, he refers to the view of
the famous Englishman John Ruskin, according to which a theatrical performance
fails when its scenography is an abuse of realistic imitation of reality, which
is the opposite of genuine art.
Referring in general to the issue
of architectural design and based on the experiences of his design career, Lacerda
rightly states that design is a relentless process, intertwined with the daily
life of the architect. Through this process the architect does not expect that
masterpieces will always be born. All that matters to him is endless
creativity. This is, after all, something that was supported by the most
creative visual artist of the twentieth century and also of Iberian origin,
Pablo Picasso.
About the middle of his book, Lacerda
confesses that loving all kinds of composition, he chose to start working as a
freelancer, creating a design office that deals with a variety of works:
Buildings, cities, furniture, sets and more. At this point he points out that
the free profession for an architect certainly involves difficulties such as
the late acquisition of knowledge and experience in various fields. It does,
however, give the creative architect the opportunity for interesting
experimentation.
At the same time, the author
emphasizes how important it is for the economic development of countries to
invest in original creation and innovation. Compromising with the blind
sequence of older work models can only increase the problem of unemployment in
the distant future. At the same time, for the required modern innovative
creativity, the contribution of online collaborations between experts from
various fields of activity from all over the world is necessary.
The author also emphasizes the
relationship between architecture and sociology. In his view, architecture
should not only aim at making impressions and highlighting ideas of
architectural morphology. Of course, he does not exclude it from the goals of
this art, but he sets as its primary and most urgent purpose its contribution
to the solution of social problems. At this point he makes a reference to the
views of ancient Greek philosophers, a fact that reveals his wider education.
Specifically, it refers to the dual goal of architecture according to Plato,
which is "to be seen and created". He also quotes the view of
Socrates, who considered that there is an even more important goal of
architecture. This is its experience, the experience of living in it. So its
primary goal must be to contribute to the happiness of the people who
experience it in their daily lives.
Among Lacerda's favorite types of
buildings seems to be that of schools, which, in my opinion, is easily
explained by his obvious love for knowledge and erudition. Referring, then, to
specific studies by his private office of architecture and innovation, Nuno Lacerda
Lopez chooses to talk, first of all, about his original research on school
buildings, which lasted three years. As part of it, his research team
approached the school as a market where the goods that move are knowledge and
communication. As a key criterion for designing a school, Lacerda's research
team set the psychology factor. It was also considered right by the researchers
that the shape of each school space should be such as to motivate students for
knowledge and experimentation within it. In order to best approach the research
goal of the group, visits were made to many school buildings and interviews
with students. Thus, without having a specific client at that time to prepare a
relevant study, the team of the Portuguese architect developed various
typological models for school spaces, which would be at its disposal to apply
them immediately, after necessary adjustments and modifications to future
studies.
The research work of Professor Lacerda's
team was supported by the municipality of Parentes, which recognized
investments in education as an important factor for its future economic
development. As part of the municipality's cooperation with Lacerda’s team, a
set of new school buildings was created.
At this point of his book, the
Portuguese architect finds the opportunity to note an important truth about
architectural creation: It is always influenced by the personality,
psychosynthesis, preferences, desires, perceptions of the architect and through
it the latter converses with the public, since his creation is an
"autobiographical reflection".
In addition, the architect states
his belief that the architectural creation in each place must respect the
continuity of its tradition and its current socio-economic conditions but at
the same time not to deny elements of internationally applied innovation.
The author then emphasizes the
difference between the concepts of "use" and "habitation".
The latter differs from the former in that it is not a mechanical act but a
conscious relationship of commitment and devotion. Housing is a living process
that makes the home a carrier of memories.
The Portuguese architect then
addresses the issue of constructing a building. In his country, the
contribution of 21 different scientific specialties is required in order to construct
a building. According to Lacerda, the architect must have the role of master or
coordinator of all specialties in the process of making a building and
therefore he has to posses some minimal knowledge from other scientific and
construction-related fields.
In addition, the author makes it
clear that although an architectural study is based on a building plan, set by
the state or the employer, there is no specific "recipe" for each
type of building. In any case, the requirements of the building study must be
utilized through a design characterized by stability, adaptability and
elasticity. In the case of a school building, stability refers to the stable
structure that will provide children with a sense of security. Adaptability
refers to the building's ability to serve in a quality way new educational
practices, new students, new teachers and new parents. Flexibility means that
the school architecture should not follow outdated stereotypes while at the
same time it is required to take into account financial constraints and also to
include creativity. Finally, the architect states that the schools he designs
are for him places of residence and exchange of experiences, therefore also
places of knowledge. It is the ideal place to test ways to create fairer and
happier societies.
Closing my reference to the subject of
the book by the Portuguese professor Carlos Nuno Lacerda Lopez, I would like to
note that, reading it, I felt like I was reading his soul: A soul full of
beauty, incredible sensitivity, many other positive human sentiments, kindness
and above all with a huge love for the art that heals, the architecture and a
huge faith in the spirit of cooperation aiming at the real progress of the
various creative activities and consequently the long-term prosperity of the
people who carry them out.
B) The advantages of the book:
The book "From thinking to building"
is a book that every architect would love to read. The architect-reader will
surely identify with the feelings of the author and will feel joy realizing
that on this planet he shares the same passion with at least one more fellow
human being who makes the same thoughts with him. Perhaps one realizes for the
first time the existing affinities between human creative activities presented
by the author, which until then he himself had not considered. This is probably
more likely to happen to younger architects and architecture students, who are
now in the process of being introduced to its magical and creative world. This
means that Lacerda's book is also a teaching book.
In addition to all the above, the
reader will feel that he is reading the warm and emotional heart of a good-natured
person - creator. Undoubtedly the intensive, honest, quality engagement of
someone with any creative activity removes his soul from everything dark and
fills it with light and beauty. Such is the soul of this particular author.
C) The disadvantages of the book:
The only drawback of the book
"From thinking to building" is that it is definitely a book that is
not intended for the general public. Most likely the person who chooses to read
it will be either an architect or a savvy intellectual who is interested in
learning more about architectural thinking and creation. Also, referring to the
Greek public, I would like to point out that the book is unfortunately not
published in the Greek language. I had the great pleasure and luck to receive
it as a gift from its author, along with other wonderful books of his own and I
thank him from the bottom of my heart for the very moving gesture of friendship
and camaraderie. Architectural books sent to me from the other side of Europe
are definitely one of the most wonderful gifts I have ever received in my life.
D) Thoughts after reading the
book.
Architecture is a wonderful,
beautiful art, associated with many more interesting human knowledge and
activities. A really good architect is definitely a versatile person, who has
to take a lot of parameters into account in order to design something
worthwhile. In addition, the architectural activity includes a huge variety of
design scales, each of which presents its own challenges and its own interest.
It is impossible for a good
architect not to love and respect the other fine arts and to accept an
interaction and cooperation between them all. Also in the depths of the
existence of the good architect and in general of the good artist or the
quality creator is usually hidden a sensitive and kind soul that strongly feels
the beauty of all the remarkable things and activities that surround it, from
the smallest to the largest.
Comments
Post a Comment